Sleepwalker #33

Sleepwalker

Αγαπητοί συνοδοιπόροι έχω καιρό να μοιραστώ μαζί σας νέες μουσικές και η βασική αιτία ήταν ότι σε όλα τα πράγματα έρχεται η ώρα και η στιγμή να κλείσεις παλιά κεφάλαια στη ζωή σου και να περάσεις σε νέες φάσεις. Παρά ταύτα κρατάς όσα έζησες και μοιράστηκες ώστε να ανοίξεις το επόμενο κεφάλαιο της ζωή σου με αισιοδοξία γιατί ως γνωστών…το ταξίδι πάντα συνεχίζεται…Από πλευρά Sleepwalker καλή χρονιά λοιπόν σε όλους με υγεία, αισιοδοξία και κουράγιο για τις δοκιμασίες που έρχονται. Σε αυτούς τους δύσκολους καιρούς μη χάσετε ποτέ την ανθρωπιά, αλληλεγγύη και αξιοπρέπεια σας. Όλα αλλάζουν το Sleepwalker όμως συνεχίζει και στο 2016 και πώς να μην συνεχίσει όταν το 2015 έκλεισε  με εγχώρια μουσική πειραματικά αριστουργήματα;

 Ναι ίσως και εμμονικά όσο και αν μεγαλώνει η εγχώρια σκηνή με περισσότερες μπάντες και ακροατές εμείς παραμένουμε προσηλωμένοι σε κείνη την πρώιμη χαρά του ηλεκτρικού ήχου που κατάφερνε να σε κάνει να νιώθεις ηλεκτρικά ρίγη και από την άλλη διατηρούσε αναλλοίωτη τη διάθεση για πειραματισμό! Η σημερινή στήλη είναι αφιερωμένη σε μια εγχώρια μπάντα που για παραπάνω από έναν λόγους δεν αποτελεί απλά μία από τις παλιότερες  στο είδος αλλά παράλληλα η πορεία της ως σήμερα είναι ολόκληρο κεφάλαιο για το post rock για πάρα πολλούς λόγους. Τέσσερις λέξεις από ένα χαρτάκι φαρμάκου που δώσαν σάρκα και οστά σε μια από τις πρώτες μπάντες του είδους που έσπασε το φράγμα και έπαιξε στη γειτονική Τουρκία, ενώ έχει οργώσει όπως κάνει και τώρα την Ελλάδα…Καλό ταξίδι λοιπόν με τους One Hour Before the Trip και το νέο καλοτάξιδο album τους “Boarding Pass”. Δικαίως τους αφιερώνεται το πρώτο Sleepwalker της χρονιάς και μακάρι να τους αφιερωθούν και πολλά άλλα στο μέλλον.

_1

Όπως είχα γράψει παλιότερα σε μια δισκοκριτική του προηγούμενο τους άλμπουμ, που μπορείτε να δείτε εδώ και το ξαναγράφω και τώρα οι One Hour Before the Τrip δεν είναι ένα συμβιβασμένο συγκρότημα αλλά μια μεγάλη παρέα ανθρώπων η οποία συνεχίζει την πορεία της αδιαφορώντας για τις πεπατημένες οδούς των δισκογραφικών εταιριών. Πρόκειται για μια παρέα με χαρακτηριστικό της ότι η μουσική εμπλέκεται με θέλω να ελπίζω όχι χαμένες για το σύνολο της κοινωνίας έννοιες, όπως  αλληλεγγύη, συλλογικής δράση, d-i-y πρακτική. Και αυτοί οι άνθρωποι παρά την οικονομική δυσκολία και την ζοφερότητα των καιρών μας καταφέραν με πολλές θυσίες να ορθώσουν το δικό τους μικρό μουσικό κάστρο μες στο οποίο το γαλατικό χωριό του post rock αντιστέκεται ακόμα στην εμπορευματοποίηση. Έφτιαξαν με τα δικά τους έξοδα όλα αυτά τα χρόνια τη δικιά τους στουντιάρα μέσα στην οποία κλείστηκαν για άλλη μια φορά και προετοίμαζαν το νέο του άλμπουμ! Και όλα αυτά χωρίς να προσποιούνται ή να το παίζουν ήρωες ακόμα και αν πολλά από αυτά που κάνουν κρατάνε αν το καλοσκεφτείς ένα χαμένο ρομαντισμό που λείπει στις μέρες μας.

Παράλληλα σταθήκαν αν και πολλοί στα περισσότερα μουσικά σανίδια της πόλης με χαρακτηριστική αρτιότητα  στον ήχο. Και πώς να μην γίνει αυτό όταν γύρω τους έχει συσπειρωθεί μια μεγάλα μάζα καλών ανθρώπων οι οποίοι στηρίζουν και φροντίζουν τον ήχο τους και όλοι μαζί κάνουν τους One Hour Before the Trip ξεχωριστούς. Στη συγκεκριμένη μπάντα έχω μεγάλη αγάπη και τρέφω μεγάλο σεβασμό. Χαίρομαι γιατί αποδεικνύεται ότι εν τέλει δεν διεκδικούν καμία δάφνη ηρωισμού, είναι ρεαλιστές σε υπέρτατο βαθμό και κυρίως αγαπάν βαθιά τη μουσική τους δημιουργία και έκφραση.

Και για να περάσω στο θέμα μας κατά τη γνώμη μου το “boarding pass” είναι ένας δίσκος που αξίζει να ακουστεί πολύ. Θα μου πείτε ότι είναι κλισέ ατάκα…Είναι όμως;; Ακούστε το δίσκο και πείτε μου. Είναι γεγονός ότι το post rock πέρασε μια φάση όπου η αντιγραφή έγινε ο κανόνας και μπήκαμε σε μια μεγάλη παρατεταμένη ύφεση. Το γράφουμε και συζητιέται από όλους που και που. Λείπει η εξέλιξη στη σκηνή και μοιραία παρακμάζει. Αυτό όμως δεν αποτελεί ταφόπλακα στο να αναγνωρίζεις αξιόλογες δημιουργίες που αυτή η πειραματική σκηνή προσφέρει. Ο συγκεκριμένος δίσκος έχει όλα τα καλά που επαναλαμβανόμενα ακούμε στους δίσκους του είδους αλλά έχει μια χαρακτηριστική ενορχήστρωση διαμάντι. Αξίζει σίγουρα να ακουστεί σαν σύνολο και η φόρτιση που σου προσδίδει και ο τρόπος που η μουσική συνδέεται κάνει πιο έντονη την αισθητική των One Hour Before the Trip από ποτέ. Φύση αισιόδοξος ακόμα και στο βαθύτερο σκοτάδι, πιστεύω ότι ο συγκεκριμένος δίσκος αποτελεί ένα προχώρημα. Αν τον ακούσεις υπό το πρίσμα της μουσικής των One Hour Before the Trip είναι ένα προχώρημα σε άλλη κατεύθυνση από ότι μας είχαν συνηθίσει. Μια πορεία πιο πλήρης, με πιο συμπυκνωμένες ιδέες που δεν πλατειάζουν και με περισσότερες αντιθέσεις στον ήχο. Επιρροές φυσικά και υπάρχουν. Έχει και λίγο από “MONO” ο δίσκος και ιδιαίτερα τα πλήκτρα τους και η συμμετοχή τους στα κομμάτια μου θύμισαν την άλλη μεγάλη αγάπη μου, τους Anoice. Επίσης τα ηλεκτρικά στοιχεία μου έφεραν στο νου τόσο τους δικούς μας Misuse όσο και τους This Will Destroy You…

Ο δίσκος ξεκινά με το ομώνυμο boarding passπου αναλαμβάνει να σε συστήσει στον ηχητικό κόσμο του συγκροτήματος. Τα πλήκτρα από την αρχή δίνουν το στίγμα τους και δένουν άψογα με τις κιθάρες, τα καταπληκτικά εφέ και τους ήχους που κινηματογραφικά δίνουν ένα στίγμα ταξιδιάρικο και το τσέλο που σε γεμίζει αγωνία με την επαναλαμβανόμενη μελωδία του για το τι θα επακολουθήσει… Και μετά cinematic showdownίσως το κομμάτι που θυμίζει πιο έντονα τις παλιότερες δημιουργίες της μπάντας…Στην αρχή έντονος αγχώδης ρυθμός ενώ ήχος, μελωδίες, μουσικό στυλ γνωστό που τους έχει καθιερώσει στη συνείδηση του κόσμου. Καταπληκτικό δέσιμο και κιθάρες που προοδευτικά οδηγούν σε μια μικρή λύτρωση που καταλήγει σε ένα μικρό θόρυβο που σε οδηγεί να πλανιέσαι για το τι ακολουθεί. Και να η μαγεία αλλάζει  ξανά το συναίσθημα και ξεκινάς το interstellar neighborhood με έναν ήχο που σε παγώνει που εμπνέει αξιοπρέπεια και λύτρωση, όραμα για κάτι νέο αλλά είναι παράλληλα και τόσο μακρινός. Αυτά τα επαναλαμβανόμενα riff της κιθάρας είναι το κάτι άλλο…και μετά το κομμάτι λύνεται και αρχίζει η αρμονία στη σύνδεση της μελωδίας που με οδηγό τα πανέξυπνα τύμπανα και το μπάσο που κάνουν τα δικά τους οδηγούν σε ένα μουσικό μελωδικό οραματικό ξέσπασμα που το χαίρεσαι. Τόσο φως σε κομμάτι είχα πολύ καιρό να ακούσω…Και μετά τι;

happiness is k….Πλήκτρα που στιγματίζουν ξανά και τολμούν να παίξουν με το κλασσικό ήχο χωρίς να αποδώσουν ένα πράγμα στατικό και κλασσικό αλλά αντίθετα συνομιλούν με τις κιθάρες και χτίζουν μια σύγχρονη μα επίσης ταξιδιάρικη αισθητική και μόλις σταματούν με τις κιθάρες συνεχίζουν στο τσέλο που είναι μαγεία! Και μετά ώρα για τρίτο κύμα post rock μελωδικό και γρήγορο στα όρια τους εναλλακτικού ροκ με εναλλαγές και πισωγυρίσματα στο ρυθμικό κομμάτι που δημιουργούν μια αντιθετική αισθητική χωρίς όμως μια ξεκάθαρη quiet vs loud λογική. Και στο τέλος σου μένει ένα αίσθημα αέναου κρεσέντο που από την ώρα που ξεκινά κορυφώνει και κορυφώνει και κορυφώνει για να σβήσει ενώ η κιθάρα μουγκρίζει τα δικά της…

To izmir θυμίζει λίγο το προηγούμενο δίσκο των παιδιών …βαριές κιθάρες στον ήχο και κομμάτι στο σύνολο του επιβλητικότατο, γρήγορο…και να το παραδεχτούμε από εκείνα που ανυπομονείς να τα ακούσει live σε όλο το μεγαλείο τους. Αυτή η δυνατή εισαγωγή του ‘’Ismir’’ λύνεται σε μια γρήγορη μελωδική κατακραυγή με όπου οι κιθάρες μπαίνουν μπροστά…Και σειρήνες, χάος, κατακραυγή με κιθάρες να ουρλιάζουν..

_2

Εκεί ξεκινά το the end of the stone’  με ένα από τα πιο εντυπωσιακά ξεκινήματα που έχω ακούσει ποτέ … Αρμονία, μελωδικότητα , κεκτημένη ταχύτητα από το προηγούμενο κομμάτι, καταπληκτικά ντραμς, ένα μπάσο που κρατά όλο το κορμό και αποτελεί τη βάση για τα πάντα, διακριτικό, μελωδικό όσο πρέπει και συνολικά μια  αέναη  μουσική επανάληψη στην αρχή που παίζει με τα τύμπανα για να κοπεί, δίνοντας τη θέση της στο καλύτερο μελωδικό πέρασμα του δίσκου! Το μπάσο παντού χτίζει όγκο, οι κιθάρες το ίδιο και απλά ανατριχίλες, post rock αργό και θανατηφόρο, εμμονικό και χαώδες έτσι όπως το έχουμε αγαπήσει! Για μένα το καλύτερο κομμάτι του νέου τους album το όποιο μπορείτε να ακούσετε εδώ:

Ο δίσκος κλείνει με το hell in mozarts home σαφώς το κομμάτι με την πιο ταξιδιάρικη αισθητική και στο οποίο ισόποσα όλα τα όργανα χτίζουν μια μελωδική συμφωνία που αποχαιρετά τον ακροατή μέχρι την επόμενη μουσική συνάντηση του με αυτή την τόσο ταλαντούχα μπάντα. Ξεχωρίζω τη γεμάτη πάθος μελωδία της κιθάρας που οδηγεί σε ένα μικρό ambient φινάλε αντάξιο της ηχητικής εισαγωγής του κομματιού όπου η ambient αισθητική δένει τέλεια με τα πλήκτρα και το τσέλο και αισθάνεσαι ότι πλανιόνται φαντάσματα. Καταπληκτικό εν γένει ήρεμο κομμάτι με μικρές έντονες κιθαριστικές διακυμάνσεις αντάξιο της αρμονικής μαγείας που αυτοί οι μουσικοί προσφέρουν.

Δεν ξέρω αν αδικείται από τις περιγραφές παραπάνω αλλά ειδική μνεία χρειάζεται στο μπάσο. Αποτελεί στέρεα βάση πάνω στην οποία χτίζουν τα υπόλοιπα όργανα και μαζί με τα τύμπανα χαρίζουν καταπληκτικές ρυθμικές εναλλαγές σε όλη τη διάρκεια των κομματιών που αποτελούν θεμέλιο λίθο της μουσικής τους. Τα παιξίματα τους μόνο στατικά δεν μπορεί να τα χαρακτηρίσει κάποιος, αλλά αντίθετα είναι πολυποίκιλα και καταφέρνουν να γεμίζουν ακόμα περισσότερο τον χώρο αυτού του δίσκου. Εξάλλου οι έντονες μελωδικές μπασογραμμές αποτελεί χαρακτηριστικό της μπάντας. Μπάσο ντραμς συνομιλούν σε όλη το δίσκο με τους υπόλοιπους και τους παρασέρνουν στο ταξίδι!

_3

Εν κατακλείδι το ‘boarding pass’ πρόκειται για ένα δίσκο που χαίρεσαι να τον ακούς στο σύνολο του και σίγουρα κάθε φορά που ξαναγυρνάς προσέχεις και άλλα πράγματα σε αυτόν, χαρακτηριστικό του πόσο μελωδικά πλούσιος είναι και του πόσο ο κάθε ένας από τους μουσικούς συμβάλλει στο τελικό αποτέλεσμα. Σίγουρα η κορυφαία ενορχηστρωτική στιγμή των One Hour Before the Trip που ανεβάζει ψηλά τον πήχη για το τι να περιμένουμε από τη σκηνή το επόμενο χρονικό διάστημα και συγκεκριμένα από αυτή τη μπάντα που εξελίσσεται και δείχνει με τα συνεπή σταθερά της βήματα να προχωρά όλο και περισσότερο!

Στα πλαίσια αυτού του αφιερώματος της στήλης επικοινωνήσαμε με τους One Hour Before the Trip για μια όπως αποδείχτηκε πολύ πλούσια συνέντευξη!

Καλησπέρα. Είναι μεγάλη μου χαρά να μπορώ να ξαναμιλήσω μαζί σας! Ως τώρα οι One Hour Before the Trip κυκλοφορούσαν δίσκους με τίτλους #1, #2, #3 . Τι μεσολάβησε και ο καινούριος σας δίσκος έχει όνομα; Δεν ξέρω αν η ερώτηση ακούγεται αστεία αλλά επειδή γνωρίζω πως ότι κίνηση κάνετε είναι πάντα απόρροια της καλής σας οργάνωσης, έχω περιέργεια να γνωρίσουμε όλοι πως και επιλέξατε κάτι τέτοιο.

Ο βασικός λόγος που ο δίσκος αυτός έχει “κανονικό” τίτλο είναι μάλλον το ότι θεωρήσαμε πως παρατράβηξε η ιστορία με τον αύξοντα αριθμό. Βέβαια στην πορεία – όπως συμβαίνει συνήθως σε τέτοιες περιπτώσεις – βρέθηκαν και άλλες αφορμές που ταίριαζαν με τον τίτλο. Μερικές δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι ρισκάρουν τη ζωή τους επειδή ακριβώς δεν έχουν το πολυπόθητο “Boarding Pass” που θα τους απομακρύνει από τον πόλεμο. Εμείς πάλι κάπου μέσα μας πιστεύουμε πως το συγκεκριμένο άλμπουμ ίσως αποτελέσει και ένα “πάσο” για μας προς κάτι – περισσότερες συναυλίες σε περισσότερα μέρη για παράδειγμα. Έχουμε και νέο μέλος στο “εκτελεστικό” κομμάτι της μπάντας, που δε συμμετείχε στην #1‐#3 περίοδο. Τα περισσότερα εξ αυτών όμως έγιναν κοινός τόπος εκ των υστέρων. Το όνομα το εμπνεύστηκε κάποιος από μας τρώγοντας μεσημεριανό στην Αμνισσό του Ηρακλείου Κρήτης, παρατηρώντας ένα αεροπορικό εισιτήριο. Διαλέξαμε και κάποια κομμάτια από τις πρώτες κυκλοφορίες φτιάχνoντας ένα virtual άλμπουμ και το ονομάσαμε Splitter σαν να τραβάμε μια γραμμή που να διαχωρίζει τις δύο περιόδους της μπάντας. Είχαμε και κάποιες αλλαγές στο τεχνικό γκρουπ των ανθρώπων της μπάντας. Όλα αυτά βέβαια τα συνειδητοποιούμε στην πορεία. Η αρχική επιλογή για “κανονικό” τίτλο είχε και αρκετή δόση τύχης.

Fuck IMF παλιότερα και τώρα Boarding Pass σε μια εποχή που η δήθεν Ε.Ε. των λαών ορθώνει συρματοπλέγματα για τους πρόσφυγες. Μήπως τελικά ανήκετε σε εκείνη τη μερίδα των δημιουργών που στο σήμερα παλεύουν με κάθε μέσο να συνειδητοποιήσουν και να αντισταθούν; Ποιο είναι το μήνυμα που θέλετε να αποδώσετε;

Μην μας αποδίδετε πολιτική συνέπεια και κυρίως όχι με αφορμή 2‐3 τίτλους. Δεν είμαστε πολιτική οργάνωση για να την διεκδικούμε. Είναι προφανές πως δεν είμαστε πολιτικά αδιάφοροι, πάντως αυτό δε φαίνεται από ένα “Fuck IMF”. Fuck IMF είναι εύκολο κανείς να αναφωνήσει άλλωστε και είναι συζητήσιμο και το πόσο ουσιαστική είναι μια τέτοια κραυγή. Ο τρόπος που κινούμαστε, ο τρόπος που περιοδεύουμε, αυτά που επιλέγουμε να κάνουμε και κυρίως αυτά που επιλέγουμε να ΜΗΝ κάνουμε αποτελούν την “πρότασή” μας αν θέλετε σώνει και καλά να οριστεί μια τέτοια “πρόταση”. Μερίδα δημιουργών που παλεύει να αντισταθεί δεν υφίσταται στην πραγματικότητα. Είναι ένα μύθευμα της αριστερής “διανόησης” αυτό, που πάντα είχε πέραση σε αυτή τη χώρα, από την εποχή του “Βρώμικου Ψωμιού”. Η πορεία των πραγμάτων απέδειξε το “κενό” του πράγματος. Σε τί ακριβώς αντιστέκεται ένας “δημιουργός” που έχει σκαρφιστεί 5‐10 κομμάτια? Ίσως μόνο σε κάποιο αισθητικό επίπεδο απέναντι στο σκυλάδικο. Αλλά πλέον και αυτό δεν έχει και πολύ νόημα. Η τεχνολογική πρόοδος επιτρέπει σε όλα τα λουλούδια να ανθίσουν από μουσικής απόψεως. Δεν υπάρχει καμία μονοκρατορία του Ελληνάδικου πια.

Το νέο σας άλμπουμ εμφανίζει πολλά νέα στοιχεία και μια ωριμότητα ιδιαίτερα στην ενορχήστρωση. Πόσο διήρκησε η παραγωγή του και ποιες ήταν οι βασικές κατευθύνσεις στα συνθέσεις σας. Δώστε μια εικόνα του πως οι One Hour Before the Trip δημιουργούν. H αρτιότητα στον ήχο και στις μελωδίες σας που υπάρχει σε όλους τους δίσκους σας, αποτελεί βασική επιδίωξη της μπάντας; Τι θεωρείται ότι σας χαρακτηρίζει μετά από όλα αυτά τα χρόνια δημιουργίας;

Το νέο άλμπουμ σίγουρα εμφανίζει νέα στοιχεία και είναι προφανές, σε όποιον έχει παρακολουθήσει την μπάντα, πως η σημαντικότερη διαφορά ως προς το “εκτελεστικό” κομμάτι παρατηρείται στις ενορχηστρώσεις. Είναι δύσκολο να το εξηγήσει κανείς. Είχαμε κάποια χρονικά κενά που ίσως βοήθησαν στο να ωριμάσουν κάποιες ιδέες, έχουμε και νέο κιθαρίστα ο οποίος έχει κάποιες επιπλέον εκτελεστικές δυνατότητες, όχι  απαραίτητα “ανώτερες” αλλά  σίγουρα διαφορετικές και αυτό βοήθησε στον εμπλουτισμό του υλικού. Έγιναν και κάποιες “τεχνικές” επιλογές ως προς τις ηχογραφήσεις και τις μίξεις που υποχρεωτικά επηρέασαν και τις ενορχηστρώσεις. Υπήρξε και μια διαφορετική προσέγγιση στο υλικό από τον Βαγγέλη Λάππα, τον άνθρωπο που έκανε τη μίξη και “έδεσε” τα κομμάτια αυτή τη φορά. Η παραγωγή αυτή καθαυτή δεν διήρκεσε πολύ, ας πούμε γύρω στις 45 ημέρες συνολικά, διεσπαρμένες όμως μέσα σε κάποιους μήνες για διάφορους λόγους, προσωπικούς και τεχνικούς. Οι συνθέσεις από την άλλη γυρνούσαν στο μυαλό μας από χρόνια πριν, έχουν τζαμαριστεί σε διάφορες φάσεις και ήταν έως ένα σημείο κοινός τόπος πριν ακόμα από την πρώτη ηχογράφησή τους. Η αρτιότητα στον ήχο αποτελεί σίγουρα βασική επιδίωξη, τουλάχιστον βασική επιδίωξη του “τεχνικού” προσωπικού της μπάντας σε όλες τις εποχές της. Οι μουσικοί – μερικές φορές – φέρνουν τις αντιρρήσεις τους και προτείνουν πιο lo‐fi προσεγγίσεις αλλά ένα από τα χαρακτηριστικά αυτού του σχήματος είναι το γεγονός πως προσπαθεί να σέβεται τους τεχνικούς του και να τους δίνει χώρο να κάνουν και αυτοί το “παιχνίδι” τους. Έχουμε καταλήξει στη hi‐fi λογική.

Πως εξηγείται τη στροφή σε σχέση με όσα μας είχατε συνηθίσει παλιότερα; Για να γίνω κατανοητός συνεχίζεται η στροφή προς τον πιο σκληρό ήχο, που για πρώτη φορά είχε παρατηρηθεί στο δίσκο σας #3. Τότε νομίζω η σκληρότητα ήταν απόρροια  της  βαθιάς  δυσαρέσκειας  για  την  εποχή.   Σήμερα;   Ο  νέος  δίσκος  πειραματίζεται ακόμα περισσότερο χωρίς εν τούτοις να χάνει την αρμονία του. Τι να περιμένει κανείς στην live εκφορά του;

Όλα αυτά είναι εντελώς υποκειμενικά. Πολλές φορές διαφωνούμε ακόμα και στον ορισμό κάποιων πραγμάτων. Κάποιος από μας πιστεύει πως το #3 ήταν σαφώς σκληρότερο από το Boarding Pass. Κάποιοι το αντίθετο. Δεν μπορεί να οριστεί αντικειμενικά η σκληρότητα του ήχου. Εντελώς τεχνοκρατικά μιλώντας το Boarding Pass δεν έχει σκληρότερο ήχο για τον απλούστατο λόγο ότι δεν έχει τόσες παραμορφώσεις. Έγινε επιλογή από την αρχή προς τον φυσικό ήχο. Αν η σκληρότητα ορίζεται από τα decibel ίσως μιλάμε για κάτι διαφορετικό. Αν ορίζεται από τις “αναπνοές” των κομματιών – το πόσο απέχουν τα άκρα τους (από το pianissimo στο fortissimo) πάλι μιλάμε για κάτι διαφορετικό. Σίγουρα οι επιμέρους ήχοι που ακούγονται στο “Boarding Pass” είναι πιο άρτιοι τεχνικά, έχουν πιο πλήρη ανάλυση στο φάσμα των συχνοτήτων. Αυτό μπορεί να προκαλέσει την ψευδαίσθηση της σκληρότητας, ενώ είναι απλά πιο “γεμάτοι” και όχι απαραίτητα πιο σκληροί. Οι ενορχηστρώσεις είναι πιο σφιχτές και αυτό επίσης δημιουργεί την αίσθηση της σκληρότητας γιατί οι “εκπνοές” των κομματιών είναι πιο σύντομες. Γενικά πάντα προκύπτουν συζητήσεις και διαφωνίες επί του θέματος. Ο drummer μπορεί να θέλει να “απαντήσει” στην πληθώρα πιανιστικών θεμάτων και να βάζει πιο κοφτά στακάτα περάσματα στα παιξίματά του, ο κιθαρίστας μπορεί να έχει ένα καινούριο πεταλάκι και να χτιστεί ολόκληρο κομμάτι πάνω του, ένας φίλος μπορεί να μας δώσει μια συμβουλή ως προς τους μαγνήτες του μπάσου και έτσι να λυθεί ξαφνικά ένα πρόβλημα που είχε ένα εφέ παραμόρφωσής του και ξαφνικά να το χρησιμοποιούμε περισσότερο και ούτω καθεξής. Η live εκδοχή του υλικού πάντα σκοπό είχε να μεταφέρει όσο σωστότερα γίνεται τα κομμάτια των δίσκων, απλώς πιο… “ζωντανά”, με περισσότερη ενέργεια στο παίξιμο ίσως. Άλλωστε αυτό είναι το πλεονέκτημα του ζωντανού παιξίματος. Χάνεται λίγο η ακρίβεια για να κερδηθεί “ενέργεια”. Αν καταφέρει κανείς να χάνει την ελάχιστη δυνατόν παικτική ακρίβεια και να κερδίζει τη μέγιστη ενέργεια, τότε δίνει καλές συναυλίες. Αλλιώς, είναι μέτριες.

Ξέρουμε ότι υπάρχουν σχέδια για μια περιοδεία. Έχετε κατά νου κάποιες ημερομηνίες και μέρη; Το να ξαναπαίξετε εκτός Ελλάδας αποτελεί πάλι ένα στόχο για σας; Τι εστί περιοδεία για τους One Hour Before the Trip;

Ναι υπάρχει σχέδιο περιοδείας σχεδόν κατασταλαγμένο για τον Ιανουάριο, έχει ανακοινωθεί και στην ιστοσελίδα μας. Υπάρχουν σχέδια και για μια περιοδεία στη Δυτική Ελλάδα, για μία ακόμα στην Κρήτη ενώ γίνονται και κάποιες συζητήσεις για το εξωτερικό που ελπίζουμε να αποδώσουν. Σταθερός στόχος είναι το να παίζουμε σε πολλά μέρη αρκεί να μπορούμε να διατηρούμε την ποιότητα των εμφανίσεων πάνω από ένα μίνιμουμ  επίπεδο.  Τα “σύνορα”  για μας βρίσκονται κάπου στα διόδια Σχηματαρίου καθώς η Αθήνα και η ζωή σε αυτήν, ο τρόπος που λειτουργούν οι άνθρωποι εδώ που ζούμε, είναι εντελώς διαφορετικός από την υπόλοιπη χώρα. Οι διαφορές μεταξύ Αθήνας και επαρχίας είναι μεγαλύτερες από τις αντίστοιχες μεταξύ της Αθήνας και μιας μεγαλούπολης του εξωτερικού. Τα άλλα σύνορα, οι γραμμές πάνω στον χάρτη, δεν έχουν και πολύ νόημα για μας, καθώς δεν μας διακατέχουν ούτε πατριωτικά αισθήματα αλλά ούτε και κάποιου είδους κοσμοπολιτισμός. Η Χαλκίδα, η Ξάνθη, ο Αγ. Νικόλαος Κρήτης είναι εκτός των συνόρων αντικειμενικά μιλώντας, καθώς οι άνθρωποι εκεί ζουν εντελώς διαφορετικά από εμάς. Η περιοδεία μας αποτελεί μια εκπληκτική διαδικασία, σίγουρα το highlight της όλης υπόθεσης. Ο υποχρεωτικός πολυήμερος συγχρωτισμός με τους άλλους ανθρώπους του σχήματος, από τον οποίο μπορεί να “γλιτώσει” κανείς μόνο αν πηδήξει έξω από το βαν, μας βοηθάει να ανακαλύψουμε κάποιες ιδιότητες στους άλλους που ποτέ δεν αποκαλύπτονται μέσα στη ρουτίνα της ζωής στην πόλη. Η επιστροφή δε, είναι πάντα πολύ δύσκολη.

Είστε από τις παλιότερες μπάντες στη σκηνή που όταν δημιουργεί πάντα έχει να προσφέρει μαγικά μουσικά ταξίδια. Πως βλέπατε όλο αυτό το διάστημα την ανάπτυξη της post rock σκηνής στη χώρα μας; Τελικά υπάρχει λύση ώστε οι περισσότερες μπάντες να υπερβούν τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες; Θα θέλατε να συμμετάσχετε σε ένα ενδεχόμενο νέο φεστιβάλ του εγχώριου post rock;

 Είμαστε πολύ επιφυλακτικοί απέναντι σε κάθε ορισμό “σκηνής”. 5‐10 συγκροτήματα με συγγενικό ήχο – ή τέλος πάντων συγγενικό στα αυτιά κάποιων ‐ δεν αποτελούν σώνει και καλά σκηνή. Οι “σκηνές” με την παλιά παραδοσιακή έννοια που υπήρχαν στις δεκαετίες του 80 και του 90 έχουν πάψει εδώ και καιρό να υφίστανται. Η γενικότερη στροφή προς την ιδιώτευση που έχει παρατηρηθεί στην ευρύτερη κοινωνία καθρεφτίζεται και στους κύκλους των συγκροτημάτων. Ζήτημα είναι να έχουμε παίξει με τις ίδιες μπάντες παραπάνω από μία‐δύο φορές. Και αυτές με τις οποίες έχουμε τις καλύτερες σχέσεις και κοινές αντιλήψεις σε σχέση με το πώς γίνεται μια συναυλία δεν ανήκουν απαραίτητα σε αυτό που αποκαλεί ο κόσμος post‐rock. Δυστυχώς επικρατεί ακόμα η αγωνία του support σε μια μεγάλη μπάντα από το εξωτερικό, μια γενικά θλιβερή ιστορία στην οποία διάφορα συγκροτήματα περιφέρονται ως “βουλώματα” συναυλιακών κενών και επιστρατεύονται έτσι ώστε η “μεγάλη” μπάντα να μπορεί να παίξει μια ωρίτσα και να πάρει το επόμενο αεροπλάνο. Σχεδόν πάντα κάτω από άθλιες τεχνικές συνθήκες, σχεδόν πάντα μπροστά σε ανθρώπους που αδιαφορούν. Είμαστε ανοικτοί σε προτάσεις για “θεματικά” φεστιβάλ αρκεί να τηρούνται κάποιες μίνιμουμ προϋποθέσεις έτσι ώστε αυτό που θα ακούγεται να μπορεί να το ονομάσει κανείς “μουσική” και όχι “θόρυβο”.

Πέντε δίσκοι που ξεχωρίσατε και άμεσα ή έμμεσα επηρέασαν τη μουσική σας. Ξέρω ότι είναι δύσκολο διότι έχετε πια δημιουργήσει το δικό σας αυθεντικό ήχο όλα αυτά τα χρόνια αλλά εν τέλει όλα είναι διαλεκτικά και τίποτα δεν προκύπτει από παρθενογένεση σωστά;

Προφανώς και τίποτα  δεν προκύπτει από παρθενογένεση, από την άλλη  πολλές φορές είναι δύσκολο να εντοπιστούν οι επιρροές πέραν του επιφανειακού επιπέδου, όταν ένα μουσικό πέρασμα μοιάζει πολύ με κάτι άλλο δηλαδή. Οι επιρροές στις χροιές των οργάνων ή στις δομές των κομματιών είναι πολύ δύσκολο να εντοπιστούν και συνήθως τις ανακαλύπτουν τρίτοι ακροατές οι οποίοι έχουν περισσότερα ακούσματα από εμάς, οι λεγόμενοι και μουσικές εγκυκλοπαίδειες. Αυτοί μπορεί να σου πουν κάτι και τότε να καταλάβεις ότι έχεις επηρεαστεί και να ορίσεις και χρονικά το πότε έγινε αυτό. 5 δίσκοι είναι πάρα πολύ λίγοι οπότε ας παραθέσουμε κάποιες αυθόρμητες απαντήσεις των μελών του σχήματος:

Archipelago ‐ Hidden Orchestra The Refractory ‐ Wovenhand

Kάτι σαράβαλες καρδιές ‐ Διάφανα Κρίνα

ok computer ‐ Radiohead

Ladies and Gentlemen we are floating in space ‐ Spiritualized Bloodflowers ‐ The Cure

Tommy ‐ The Who

Αξίζουν πολλά συγχαρητήρια που για άλλη μια φορά μέσω του site σας διανέμεται δωρεάν τη μουσική σας. Η αλληλεγγύη που δείχνετε προς όλους και η γνήσια λαϊκή σας στάση έχει κάνει το όνομα σας συνώνυμο αξιοπρέπειας και σεβασμού στο μουσικό και όχι μόνο γίγνεσθαι. Τι κρατάτε από την αγάπη όλων των πρώτα από όλα φίλων και ακροατών σας όλα αυτά τα χρόνια. Θα μπορούσατε να μοιραστείτε μια ιδιαίτερη στιγμή , μια εικόνα , ένα συναίσθημα από όλη την πορεία δημιουργίας του δίσκου; Πόσες θυσίες κρύβονται πίσω από το Boarding Pass;

Δε διεκδικούμε δάφνες λαϊκότητας, ή τέλος πάντων, δε θεωρούμε ότι κάνουμε κάτι ιδιαίτερο δίνοντας τη μουσική μας σε ψηφιακή μορφή με προαιρετικό ελεύθερο χρηματικό αντίτιμο. Θα ήταν γελοίο να μην το κάνουμε και να υποχρεώνουμε τους ανθρώπους να ψάχνουν στα torrents και τα κατεβαστήρια. Το μόνο που θα καταφέρναμε θα ήταν να ομαδοποιήσουμε τον εαυτό μας μαζί με το τελευταίο επεισόδιο του Game of Thrones. Η εποχή “δισκάδικου” έχει περάσει ανεπιστρεπτί, το μυαλό μας ευτυχώς δεν έχει μουλιάσει εντελώς ακόμα ώστε να πιστεύουμε πως θα μπορούσαμε να αντλήσουμε σοβαρά έσοδα από ένα album, οπότε η επιλογή δεν ήταν και πολύ δύσκολη. Μάλλον θα πρέπει να ρωτήσετε όσους τυχόν δεν το πράττουν αυτό, ώστε να καταλάβουμε και μείς το τί προσπαθούν να πετύχουν. Τη μουσική τη φτιάχνει κανείς για να την ακούν οι άνθρωποι. Το να βάζει μετά μόνος του εμπόδια σε αυτό, είναι εντελώς παράλογο. Η αγάπη φίλων και ακροατών εκφράζεται συνήθως στις συναυλίες και φυσικά είναι πάντα συγκινητική. Άνθρωποι που θυμούνται μετά από καιρό συγκεκριμένες ατάκες – Ρικάλκολο Θοδωρή! ‐ άνθρωποι που έχουν ακολουθήσει τις περιοδείες με τα δικά τους μέσα κάνοντας εκατοντάδες χιλιόμετρα – θα τα πούμε σε ένα μήνα Τάσο – άνθρωποι που μας έχουν νταντέψει στις περιοδείες περισσότερο και από τις μανάδες μας, όπως η ζωντανή ιστορία των συναυλιών που λέγεται Γιάννης Γιωργονίκος. Άνθρωποι που ανοίγουν τα σπίτια τους να μας κοιμίσουν στην επαρχία κάνοντας έτσι τα οικονομικά ενός tour βατά. Δύσκολο να τα βάλουμε σε ένα τσουβάλι όλα αυτά μαζί, ο καθένας είναι διαφορετική περίπτωση.

Ιδιαίτερη στιγμή κατά τη διάρκεια της παραγωγής αυτού του άλμπουμ ήταν ο τρόπος που αγκάλιασε το υλικό από την πρώτη ακρόαση ο Βαγγέλης ο Λάππας και ο τρόπος που το ανέδειξε. Όταν ακούσαμε το τελικό mastering μείναμε κυριολεκτικά με το στόμα ανοικτό.

Θυσίες έγιναν σίγουρα. Πολύ πείσμα και επιμονή, αμέτρητες ώρες ακροάσεων – ειδικά για τον Βαγγέλη – άγχος για τους πιο αγχωτικούς από μας, πολύ δουλειά για το στήσιμο του σάιτ – που άλλαξε πρόσφατα – και το εξώφυλλο του CD, σκληρά βασανιστήρια στον Τάσο, τον καινούριο μας κιθαρίστα, τα οποία συνεχίζονται και μετά το τέλος του άλμπουμ και σιγά‐σιγά καταλαβαίνει ο καημένος το που έχει μπλέξει.

_4

Δεν χρειάζονται πολλά λόγια για τον επίλογο. Νομίζω ότι ήταν από τις πιο πλούσιες συνεντεύξεις της στήλης έως τώρα. Συνεχίζει να με συναρπάζει το μεράκι, η μουσική αντίληψη και η οπτική αυτή της μπάντας για πολλά ζητήματα! Αυθεντικοί σε μια εποχή που όλα πάνε κατά διαβόλου και σίγουρα η καλύτερη ηχητική συντροφιά για μένα στην αρχή του 2016! Αναπολώ τις στιγμές όπου είχα την τύχη να πιώ μια μπύρα στο κέντρο της Αθήνας και να συζητήσω με ένα από τα μέλη τους. Αντιμετωπίζουν πολύ ώριμα, με συνέπεια και αφοσίωση αυτό που κάνουν και είναι μουσικοί που χαίρεσαι να τους βλέπεις επί σκηνής και να τους αποκαλείς φίλους σου όσο κοινότυπο αν ακούγεται σε κάποιους αυτό. Το ‘boarding pass’  για μένα είναι ένα μεταίχμιο. Το κλείσιμο του παλιού και του νέου χρόνου και τα συναισθήματα που γεννά η αλλαγή σελίδας στα μυαλά όλων μας. Πάνω από όλα όμως είναι άρτια και ποιοτική μουσική!

Καλό ταξίδι!

ΥΓ1. Οι One Hour before the Trip περιοδεύουν αυτή τη στιγμή σε μια εγχώρια tour. Μην τους χάσετε!

_5

ΥΓ.2.  Το “ boarding pass”  και την υπόλοιπη δισκογραφία της μπάντας μπορείτε να τα κατεβάσετε από το site   του συγκροτήματος εδώ.

Επιμέλεια: Σπύρος Θηβαίος

Κατηγορία
TAGS
Κοινοποίηση

COMMENTS

X